Επικαιρότητα

Η Αρχιεπισκοπή “σβήνει” το χρέος των 755.000€ στα δικαστήρια και ο Δήμος Ηρακλείου το ζητάει στο ΣτΕ – Το χρονικό της κόντρας για το σχέδιο πόλης

Η Αρχιεπισκοπή προσέφυγε στα Δικαστήρια και κέρδισε με δικαστική απόφαση διαγραφή του χρέους.

Ένα νέο επεισόδιο στο σήριαλ των σχέσεων Δήμου Ηρακλείου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης με φόντο το σχέδιο πόλης εξελίσσεται και πάλι την τελευταία εβδομάδα μετά την απόφαση με αριθμό 84/2024 της Δημοτικής Επιτροπής που ελήφθη στις 11 Μαρτίου να προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) διεκδικώντας τα χρήματα που διαγράφει απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων απαλλάσσοντας την Εκκλησία από την εισφορά σε χρήμα προερχόμενη από τη μετατροπή εισφοράς σε γης που φτάνει το ποσό των 755.081, 41 ευρώ.

Το Διοικητικο Εφετείο Χανίων αναγνώρισε ουσιαστικά τον κοινωφελή σκοπό της έκτασης από τη χρήση του Νομικού Προσώπου της Εκκλησίας αν και δεν εντάσσεται στη Δημόσια Διοίκηση όπως ρητά ορίζει ο νόμος. Έτσι η νεότερη δικαστική απόφαση 512/2023 του Διοικητικού Εφετείου απαλλάσσει την Εκκλησία από το χρέος προς τον Δήμο.  

Η πράξη επιβολής εισφοράς σχετίζεται με το ακίνητο των κτηριακών υποδομών της Αρχιεπισκοπής Κρήτης στην Αγία Αικατερίνη Πατελών Ηρακλείου. Πρόκειται για δομημένο χώρο, όπου βρίσκονται, μεταξύ άλλων, η Πατριαρχική Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία, η εκκλησία της Αγίας Σκέπης, το Πιτσουλάκειο Ίδρυμα και άλλες δομές σε Άγιο Ιωάννη και Φορτέτσα.

Η άκρη του νήματος για την ιστορία βρίσκεται κάπου στο 2017 επί Λαμπρινού, όταν η Πολεοδομία και άλλες υπηρεσίες του Δήμου Ηρακλείου προχώρησαν στην επιβολή ποσών που είχαν να κάνουν με το σχέδιο πόλης, όμως μονομερώς για το τι οφείλουν οι χρήστες της πόλης, δηλαδή ιδιοκτήτες και όχι τι οφείλει ο Δήμος Ηρακλείου σε αυτούς. Τότε επιβλήθηκε στην Αρχιεπισκοπή Κρήτης η εισφορά σε χρήμα μετατραπείσα από εισφορά σε γης σε ποσό 755.000 ευρώ. Δεσμεύθηκε ο ΑΦΜ της Αρχιεπισκοπής και είχαν παγώσει μέχρι τα συσσίτια.

Η Αρχιεπισκοπή προσέφυγε στα Δικαστήρια και κέρδισε με δικαστική απόφαση διαγραφή του χρέους.

Ο Δήμος Ηρακλείου προχώρησε εν συνεχεία σε έφεση και η έφεση κρίνεται υπέρ της Αρχιεπισκοπής το 2021, όμως το θέμα δε λήγει εκεί. Η υπόθεση μεταφέρεται στο Διοικητικό Εφετείο Χανίων, αποδεσμεύεται εν τω μεταξύ ο ΑΦΜ για να μπορεί η Αρχιεπισκοπή να κάνει το φιλανθρωπικό έργο της, όμως η απόφαση κρίνεται και πάλι υπέρ της Εκκλησίας. Και η ιστορία συνεχίζεται και σήμερα 2024 επί Καλοκαιρινού.

Ειδικότερα, υπέρ της Εκκλησίας κρίνεται και η έφεση που άσκησε στο δευτεροβάθμιο ο Δήμος Ηρακλείου κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου και η οποία φτάνει να γνωστοποιηθεί στην Δημοτική Επιτροπή στις 11 Μαρτίου που συνεδρίασε και αποφάσισε ομόφωνα να προσφύγει και στο Συμβούλιο της Επικρατείας κι αν χάσει θα σβήσει το χρέος από την εισφορά σε γη μετατραπείσα σε χρήμα, αν όχι θα ζητήσει τα χρήματα από την Αρχιεπισκοπή.

Το θέμα αυτό προφανώς προκάλεσε την αντίδραση της Εκκλησίας και του εκπροσώπου της στην Κρήτη κ.κ. Ευγένιου, ο οποίος με τέσσερις δικαστικές αποφάσεις υπέρ του σε πρώτο και δεύτερο βαθμό βρίσκεται ξανά ενώπιον μιας περιπέτειας που αναμένεται να διαρκέσει από 3-5 χρόνια

Από την πλευρά του ο Δήμος Ηρακλείου αναφέρει ότι προασπίζεται το συμφέρον του και εξαντλεί τα ένδικα μέσα και πως από τη συγκεκριμένη απόφαση να γίνει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας δεν παράγεται κάποιο δυσμενές οικονομικό αποτέλεσμα στη δραστηριότητα της Εκκλησίας της Κρήτης.

Από το περιβάλλον του δημάρχου αναφέρεται ακόμη ότι «δε δυσχεραίνεται στο παραμικρό η δραστηριότητα της Αρχιεπισκοπής που έχει οικονομικά αντικείμενο.

Δεν υπάρχει θέμα δέσμευσης ΑΦΜ ή πρόκλησης οποιαδήποτε άλλης δυσχέρειας» και πως ήταν ομόφωνη απόφαση της Δημοτικής Επιτροπής κατόπιν εισήγησης της Νομικής Υπηρεσίας.

Η απόφαση ελήφθη από τη Δημοτική Επιτροπή αποτελούμενη από τα παρόντα τακτικά μέλη της κ.κ. Αλέξιο Καλοκαιρινό, δήμαρχο ως Πρόεδρο, Γεώργιο Αγριμανάκη, Γεώργιο Καραντινό, Νικόλαο Κονταράκη, Γεώργιο Σισαμάκη και Σταύρο Στεφανάκη, τακτικών μελών και Στυλιανή Αρχοντάκη-Καλογεράκη, αναπληρωματικό μέλος. Απόντων της Αντιπροέδρου κας Μαρία Αντωνακάκη-Χαλβατζή και των κ.κ. Νικολάου Γιαλιτάκη και
Μιχαήλ Αρβανιτάκη, τακτικών μελών, οι οποίοι αν και κλήθηκαν νόμιμα δεν παραβρέθηκαν.

Τα πρακτικά και η εισήγηση!

Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης της Δημοτικής Επιτροπής Ηρακλείου στις 11 Μαρτίου η εισήγηση αναφέρει τα εξής:

“Στην περιοχή επέκτασης σχεδίου πόλης, «Πόρος – Πατέλες -Κατσαμπάς – Μπεντεβή – Χρυσοπηγή»
Δήμου Ηρακλείου, συντάχθηκε η με αρ.95/2002 πράξη εφαρμογής, η οποία κυρώθηκε με την
6848/5-7-2006 Απόφαση Νομάρχη και μεταγράφηκε νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ηρακλείου με
Α.Μ/τόμος 321452/4567/12-07-2006.
Στην περιοχή αυτή σύμφωνα με τους πίνακες και τα διαγράμματα της παραπάνω πράξης, φέρεται
ιδιοκτησία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης με ποσοστό 100,00%, με κτημ.αρ.0757030 στο Ο.Τ. 44
συνολικού αρχικού εμβαδού 3.647,37 μ2. Με την 95/2002 πράξη, καθορίστηκε η εισφορά σε χρήμα
για την τελική ιδιοκτησία εμβαδού 3.595,58 μ2, συνολικού μεγέθους 641,12 μ2, καθώς και εισφορά σε
χρήμα από μετατροπή εισφοράς γης μεγέθους 1.396,90 μ2.
Με βάση την ως άνω πράξη εφαρμογής επιβλήθηκε στο προσφεύγον ΝΠΔΔ, για το ακίνητο που βρίσκεται
στο ΟΤ 44/07 εισφορά σε χρήμα ύψους 237.534,96 ευρώ και εισφορά σε χρήμα ύψους 517.551,45 ευρώ,
από μετατροπή εισφοράς σε γη, ήτοι εισφορά σε χρήμα συνολικού ύψους 755.081,41 ευρώ.
Σημειώνεται ότι η εισφορά σε χρήμα μπορεί να είναι πρωτογενής ή δευτερογενής, να προβλέπεται
δηλαδή κατόπιν μετατροπής της από εισφορά σε γη, όταν για λόγους εύνοιας προς την ιδιοκτησία,
μετατρέπεται ένα μέρος της εισφοράς σε γη, σε χρήμα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 8 παρ.7 του Ν
1337/1983 κατά το οποίο « Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη
ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας, πλην όμως κατά την κρίση της αρχής το τμήμα γης που πρόκειται να
αποτελέσει αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η αφαίρεσή του είναι φανερά
επιζήμια για την ιδιοκτησία, μπορεί να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθεται
αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών».
Σημειώνεται ακόμη ότι από την πρωτογενή υποχρέωση εισφοράς σε χρήμα δεν απαλλάσσονται οι
οργανισμοί κοινής ωφέλειας και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου (παρ.5 του
άρθρου 9 του Ν 1337/1983).
Περαιτέρω όμως με την διάταξη του άρθρου 8 παρ.9 του Ν 1337/1983 ορίζεται ότι :« 9. Οι ιδιοκτησίες
που ανήκουν στο Δημόσιο, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου
ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία
κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του δημόσιου φορέα στον οποίο ανήκουν ή διατίθενται για τους
ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση ή άλλον τρόπο, μεταξύ των αντίστοιχων φορέων, θεωρούνται
αυτοδίκαια εισφερόμενες για το σκοπό που προορίζονται και δεν υπόκεινται κατά το μέρος αυτό σε άλλη
εισφορά γης».
Επομένως αν δεχθούμε ότι με ρύθμιση της διάταξης αυτής που προβλέπει την αυτοδίκαιη εισφορά των
τμημάτων για τον σκοπό που προορίζονται και την απαλλαγή κατά το μέρος αυτό άλλης εισφοράς σε γη,
επιφέρει ταυτόχρονα και η απαλλαγή του νομικού προσώπου από την εισφορά σε χρήμα που προέρχεται
από μετατροπή εισφοράς σε γη, σε κάθε περίπτωση, για την εφαρμογή της απαιτεί σωρευτικά, αφενός
ιδιοκτησία που προορίζεται για την δημιουργία κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του φορέα και
αφετέρου ιδιοκτησία που να ανήκει στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ, ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή
ιδιωτικού δικαίου.
Η επίμαχη έκταση ανήκε στο ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης» που είναι μεν ΝΠΔΔ
και προορίζεται για την δημιουργία κοινωφελών χώρων, αλλά δεν είναι κρατικό ΝΠΔΔ, κατά συνέπεια
η εισφορά σε γη αφορούσε σε έκταση που δεν ανήκει στο Δημόσιο, σε οργανισμούς τοπικής
αυτοδιοίκησης ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και επομένως δεν ετίθετο
θέμα απαλλαγής

Εναντίον της ως άνω πράξεως το υπόχρεο νομικό πρόσωπο άσκησε την προσφυγή με αριθμό ΠΡ114/2012
με την οποία ζήτησε την ακύρωσή της, μεταξύ των άλλων και λόγω συνδρομής στο πρόσωπό του των
προϋποθέσεων περί απαλλαγής του από την εισφορά σε γη και συνακόλουθα της δευτερογενούς
υποχρέωσής του.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας την βασιμότητα της προσφυγής, ως προς το ζήτημα αυτό, εξέδωσε αρχικά
την 632/2020 προδικαστική του απόφαση με την οποία, κατά το μέρος που επιβλήθηκε εισφορά σε χρήμα
στα 641,12 τ.μ., ύψους 237.534,96 ευρώ, ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αναπέμποντας την
υπόθεση στη διοίκηση προκειμένου να επανεκδοθεί, μειωμένη κατά 20% πράγμα που έγινε.
Περαιτέρω όμως κατά το μέρος που επιβλήθηκε η δευτερογενής εισφορά σε χρήμα, από μετατροπή
εισφοράς γης, αφού διέταξε την συμπλήρωση των αποδείξεων, σχετικά (μόνο) με κοινωφελή προορισμό
της επίμαχης έκτασης, με την ως άνω 632/2020 προδικαστική του απόφαση, τελικώς εξέδωσε την
απόφαση 1002/2021 ΔΠΗ, με την οποία, χωρίς να ασχοληθεί με την ιδιότητα ή μη του νομικού προσώπου
ως κρατικού ή όχι, ακύρωσε την πράξη, δεχόμενο την απαλλαγή του από την συγκεκριμένη υποχρέωση,
κατ’ εφαρμογή της παρ. 9 του άρθρου 8 του Ν.1337/83, αρκούμενο στη συνδρομή μόνο της πρώτης
προϋπόθεσης, ήτοι με την αιτιολογία ότι προέρχεται από μετατροπή εισφοράς σε γη, από την οποία το
προσφεύγον ΝΠΔΔ, «λόγω του προορισμού του ακινήτου για τη δημιουργία κοινωφελών χώρων της
αρμοδιότητας του».
Επειδή και υπό την ανωτέρω προμνημονευθείσα εκδοχή, η διάταξη έθετε σε κάθε περίπτωση ως
προϋπόθεση για την απαλλαγή, ιδιοκτησία ανήκουσα «στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ, ή σε κρατικά νομικά
πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου», ο Δήμος άσκησε έφεση εναντίον της ως άνω αποφάσεως
1002/2021 ΔΠΗ με αρ.καταχ.έφεσηΕΦ334/23.12.2021 (ΑΒΕΜ ΕΦ186/2022), ενώπιον του ΔΕΦ Χανίων,
λόγω εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας των διατάξεων του άρθρου 8 παρ.9 του Ν 1337/1983.

Τελικώς το Εφετείο με την εκδοθείσα με αριθμό 512/2023 απόφαση του, απέρριψε την έφεση,
αποφαινόμενο στο επίμαχο σημείο ότι, ναι μεν το Νομικό πρόσωπο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης δεν
εντάσσεται στη Δημόσια Διοίκηση, πλην όμως βάσει των διατάξεων του Ν 590/1977 περί του
καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, του άρθρου 17Β του ν 3986/2011, όπως αυτό
προστέθηκε με το άρθρο 69 του ν 4170/2013 , της παρ.3 του άρθρου 68 του ν 423514 και του άρθρου 1
του ν 4149/1961, από τις οποίες προκύπτει ότι το προσφεύγον υπαγόταν ως προς την διαχείριση της
περιουσίας του στις διατάξεις που είχαν εφαρμογή για την Γενική κυβέρνηση και τον δημόσιο τομέα ως
προς την περιουσιακή και λογιστική του διαχείριση, πρέπει ερμηνευτικά να γίνει δεκτό ότι τελικώς
συνέτρεχε και η β’ προϋπόθεση και τελικώς να υπαχθεί στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ.9 Ν 1337/1983
και να απαλλαγεί της υποχρεώσεως της εισφοράς σε χρήμα από μετατροπή, ύψους 517.551,45 ευρώ (βλ.
σκέψη 14 της απόφασης ).
Επειδή το επίμαχο ζήτημα, εάν δηλαδή το προσφεύγον νομικό πρόσωπο, ως προς την υποχρέωσή του για
την εισφορά σε χρήμα που προέρχεται από μετατροπή εισφοράς σε γη, θα πρέπει να υπαχθεί ή όχι στη
ρύθμιση που προβλέπεται για τα κρατικά νομικά πρόσωπα, δεν έχει λυθεί με άλλη απόφαση του
Συμβουλίου Επικρατείας, η άλλου ανώτερου Δικαστηρίου, εισηγούμαι την λήψη απόφασης για την
άσκηση αναιρέσεως κατά της απόφασης 512/2023 του ΔΕΦ Χανίων».

 

Πηγή

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button