Bookreads: Ο Μιχάλης Μακρόπουλος «ανοίγει» ξανά την πληγή της προσωπικής ταυτότητας
Στο νέο του μυθιστόρημα «Μαργαρίτα Ιορδανίδη» ο συγγραφέας Μιχάλης Μακρόπουλος αναζητά απαντήσεις στο αιώνιο πρόβλημα της προσωπικής ταυτότητας και του πραγματικού μας εαυτού που κρύβεται πίσω από κοινωνικά προσωπεία και φόβο.
Το ποιοι είμαστε πραγματικά αλλάζει καθημερινά αλλά πολλές φορές εμείς οι ίδιοι αποκρύπτουμε και απορρίπτουμε τον πραγματικό μας εαυτό διότι φοβόμαστε τους γύρω μας και την απόρριψή τους.
Η Μαργαρίτα Ιορδανίδη είναι υπάλληλος σε διαφημιστικό γραφείο, σύζυγος λογιστή και μητέρα δύο παιδιών στην Αθήνα της δεκαετίας του ’90, πριν από την οικονομική κρίση και με τους οικονομικούς μετανάστες να έχουν μόλις έρθει από την Αλβανία.
Ένα όνομα δεν είναι ωστόσο παρά ένα προσωπείο. Ποια είναι στ’ αλήθεια η Μαργαρίτα;
Αυτή είναι η παράδοξη ιστορία της. Μια ιστορία για το αίνιγμα της ταυτότητας πίσω από το πρόσωπο.
Ο Μακρόπουλος δεν αφήνει τίποτα στην τύχη και το γράψιμο του είναι χειρουργικό (σε σημείο θα το θέλαμε λίγο πιο χαλαρό η αλήθεια είναι). Τίποτα δεν υπάρχει εδώ που να είναι διακοσμητικό: οι λέξεις, κάθε περιγραφή, όλες οι σκηνές, οι λεπτομέρειες, κάθε μικρή φωνή και αποκάλυψη, όλα εξυπηρετούν την ομαλή συνέχεια του βιβλίου. Κάτι όμως λείπει.
Ο αναγνώστης ανακαλύπτει μία κάπως αλλόκοτη ελληνίδα κι αυτό μετά από πολλές σελίδες, οπότε πρέπει να έχει υπομονή για να «δει» την ιστορία να ξετυλίγεται όπως το θέλει ο συγγραφέας της.
Το νέο μυθιστόρημα ή έστω νουβέλα, του Μιχάλη Μακρόπουλου είναι απλή αλλά πίσω από την απλότητα της εμπεριέχει ένα κάποιο, έστω τεχνητό, βάθος. Σε στιγμές μπορεί να κουράσει όμως μία έλλειψη πάθους ή συναισθήματος, κι εκεί πρέπει ο αναγνώστης να πάρει τις αποφάσεις του γι΄αυτό που διαβάζει.
Ίσως θα την θέλαμε λιγάκι πιο γενναία τη Μαργαρίτα, ίσως και λίγο πιο άγρια ή κακιά λόγω συνθηκών. Μία μικρή δόση δηλητηρίου χρειαζόταν από τον Μακρόπουλο, αντιθέτως ο ίδιος επιλέγει μία γλυκαντική ουσία για να εμπλουτίσει την πρόζα του.
Κάποιες φορές λιγάκι μας απογοητεύει και μας κάνει λίγο να βαριόμαστε, όμως την εκτιμούμε παρόλα αυτά τη Μαργαρίτα – σίγουρα έχει κάτι το κινηματογραφικό. Μας θυμίζει σε στιγμές μια μυστήρια γειτόνισσά μας οπότε κάνουμε υπομονή. Από την άλλη, όμως, η Μαργαρίτα δεν είναι καθόλου η μάνα που ξέρουμε. Ο Μακρόπουλος κάνει εδώ ένα «σάλτο μορτάλε» χωρίς όμως να σηκωθεί καν από την καρέκλα του και μάλλον εκ του ασφαλούς.
Ίσως ο συγγραφέας να έπρεπε να την κάνει λίγο πιο «Ελληνίδα» την Μαργαρίτα του (ακούγεται λίγο λάθος το «Ελληνίδα» αλλά αυτό που θέλουμε να πούμε είναι να ήταν λίγο πιο παθιασμένη και όχι τόσο παγωμένη) μιας και περισσότερο μας θυμίζει Σουηδέζα βγαλμένη από κάποια ταινία του Μπέργκμαν παρά μεσογειακή γυναίκα των 90’s.
Δεν είναι κακή η αφήγηση, και μάλιστα με περίσσια τεχνική ο Μακρόπουλος «φυσάει» στη σελίδα. Κάτι όμως λείπει. Κάτι βασικό. Κάτι που θα απογείωνε τελικά το βιβλίο.