Επικαιρότητα

«Μονόδρομος η αύξηση», λένε οι εργαζόμενοι – «Οι επιχειρήσεις δεν αντέχουν» απαντούν οι εργοδότες – Galaksias.com

«Σε κάποιες περιπτώσεις η αγορά μπορεί να αντέξει αυτήν την αύξηση. Σε κάποιες όμως άλλες περιπτώσεις, ακόμα και αυτούς τους μισθούς που υπάρχουν σήμερα η αγορά δεν μπορεί να τους αντέξει», υποστηρίζει ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου

Στα 908 ευρώ μηνιαίως προτείνει με έκθεσή της η ΓΣΕΕ τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού, με αύξηση κατά 128 ευρώ τον μήνα, αλλά και επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού στον θεσμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. 

Το neakriti.gr καταγράφει αναλυτικότερα την πρόταση της κορυφαίας συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργατοϋπαλλήλων της χώρας μέσα από τις απόψεις και τις αναλύσεις του στελέχους της διοίκησης και προέδρου του Εργατικού Κέντρου Λασιθίου Μανόλη Πεπόνη. 
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου Μανόλης Αλιφιεράκης σχολιάζει στo neakriti.gr την έκθεση αυτή, λέγοντας πως «άλλες επιχειρήσεις μπορεί να “αντέχουν” την αύξηση αυτή και άλλες όχι». Ενώ έβαλε και την ανάγκη να “ανοίξει η συζήτηση” με τη συμμετοχή και της ΑΔΕΔΥ για τους μισθούς στον δημόσιο τομέα, όπου έχουν καταργηθεί από τα χρόνια των μνημονίων ο 13ος και ο 14ος μισθός, «κάτι που είναι άδικο για τους δημοσίους υπαλλήλους». 
Όπως επισημαίνει στην έκθεσή της η ΓΣΕΕ, το 2023 ο μικτός διάμεσος μισθός πλήρους απασχόλησης εκτιμάται στα 1.443 ευρώ μηνιαίως, με το 60% του διάμεσου μισθού, που είναι το κατώφλι της σχετικής φτώχιας, να ανέρχεται στα 866 ευρώ. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας το 2023 και τον εκτιμώμενο πληθωρισμό για το 2024, ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να ανέλθει στα 908 ευρώ, ώστε να υπάρξει ουσιαστική προστασία των μισθωτών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό από την ακρίβεια, να απεγκλωβιστούν από την παγίδα της σχετικής φτώχιας και να μη μεταβληθεί η θέση τους στη διανομή του εισοδήματος. 
Παράλληλα, η ΓΣΕΕ αιτείται: 
Αποκατάσταση των προστατευτικών ρυθμίσεων του ατομικού και του συλλογικού εργατικού δικαίου (καθολικότητα ισχύος των όρων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, πλήρης μετενέργειά τους, αρχή της εύνοιας στη “συρροή” τους και επέκταση της ισχύος τους). Άρση θεσμικών και νομοθετικών εμποδίων για την αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας (άνω του 80% των μισθωτών). Ενίσχυση της Επιθεώρησης Εργασίας για αποτελεσματική αντιμετώπιση της εργοδοτικής παραβατικότητας. Ρύθμιση και έλεγχος των ευέλικτων και των άτυπων μορφών εργασίας για την προστασία των κατώτατων ορίων αμοιβής και των συνθηκών εργασίας. 

 

«Είναι μονόδρομος τα 128 ευρώ» 

 

Ως μονόδρομο χαρακτηρίζει την αύξηση των 128 ευρώ ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Λασιθίου και στέλεχος της διοίκησης της ΓΣΕΕ Μανόλης Πεπόνης. 
«Η πρόταση της ΓΣΕΕ είναι να πάει στα 908 ευρώ τον μήνα ο κατώτατος μισθός. Το οποίο σίγουρα δεν μπορεί να καλύψει πραγματικά τις ανάγκες που έχουν διαμορφωθεί αυτή τη στιγμή, με δεδομένη την ανεξέλεγκτη ακρίβεια και την έκρηξη του πληθωρισμού των κερδών. Είναι όμως μία πρόταση από το Ινστιτούτο Εργασίας, η οποία προσπαθεί να λάβει όλα τα δεδομένα. Αλλά βέβαια, πέρα από την πρόταση την αριθμητική, μπαίνουν και άλλα ζητήματα, όπως ο καθορισμός του κατώτατου μισθού να συμφωνείται μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, δηλαδή των εκπροσώπων των εργαζομένων και των επιχειρηματιών. Διότι μιλάμε για τον ιδιωτικό τομέα, δε μιλάμε για κράτος. Ο κατώτατος μισθός επί δεκαετίες διαμορφωνόταν μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, μέχρι που ήρθαν τα μνημόνια και πέρασε η αρμοδιότητα αυτή στο κράτος με μνημονιακό νόμο». 
Στο μεταξύ, σύμφωνα με τον Μανόλη Πεπόνη, «όσες φορές και να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, δεν μπορεί να καλύψει το σύνολο των εργαζομένων. Γιατί αυτή τη στιγμή με τον κατώτατο μισό αμείβονται μόνο οι 500.000 εργαζόμενοι. Τα 2 εκατομμύρια όμως εργαζόμενοι δεν αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Αμείβονται με συμβάσεις, οι οποίες όμως έχουν να συναφθούν εδώ και αρκετά χρόνια, από την εποχή των μνημονίων. Έχει αλλάξει ο μηχανισμός αυτός και έτσι από ’κει που υπήρχαν 70-80 ΣΣΕ, να υπάρχουν γύρω στις 5 με 10 που καλύπτουν ελάχιστο ποσοστό εργαζομένων»… 
Καταλήγοντας, το στέλεχος της ΓΣΕΕ λέει: «Τις καλές πρακτικές της Ε.Ε. τις επικαλούνται μόνο όταν θέλουν να περάσουν αρνητικά μέτρα σε βάρος των εργαζομένων. Αυτή τη στιγμή υπάρχει οδηγία της Ε.Ε., η οποία βλέπει ότι υπάρχει αυτή η δυσαρμονία, η οποία λέει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να διαμορφώσουν το περιβάλλον με τέτοιο τρόπο, ώστε οι μισθοί κατά 80% τουλάχιστον να καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις, κάτι που στην Ελλάδα σίγουρα δεν ισχύει και μάλιστα δε φαίνεται και η προοπτική να αλλάξει προς το παρόν». 

 

«Πολλά τα βάρη για τις επιχειρήσεις» – Αντέχει η αγορά;

 

Στο ερώτημά μας, αν αντέχει η αγορά έναν κατώτατο μισθό αυτής της τάξεως, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου Μανόλης Αλιφιεράκης λέει στo neakriti.gr: «Όλα αυτά έχουν να κάνουν με πολλούς παράγοντες στον χώρο της οικονομίας. Και γι’ αυτό οι κοινωνικοί εταίροι είναι οι πιο κατάλληλοι να τα βλέπουν και να τα ρυθμίζουν. Βέβαια, επειδή ζούμε ακόμα σε μνημονιακή εποχή, έχει παρέμβαση το κράτος. Εγώ πιστεύω ότι όλα αυτά “σκοντάφτουν” στις μνημονιακές υποχρεώσεις». 
Ωστόσο, ανεξάρτητα από τις μνημονιακές υποχρεώσεις του κράτους, όπως λέει ο Μανόλης Αλιφιεράκης, «όλα αυτά πρέπει να πέσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να συζητηθούν ευρύτερα. Σε κάποιες περιπτώσεις, η αγορά μπορεί να αντέξει αυτήν την αύξηση. Σε κάποιες όμως άλλες περιπτώσεις, ακόμα και αυτούς τους μισθούς που υπάρχουν σήμερα η αγορά δεν μπορεί να τους αντέξει. Κάποια ισορροπία, όμως, θα πρέπει να υπάρχει, γιατί μετά θα οδηγηθούμε πάλι σε άλλα αποτελέσματα, που δε θα είναι και τόσο φυσιολογικά ούτε και για τους εργαζόμενους». 
Πάντως, στο σημείο αυτό ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Ηρακλείου είναι ξεκάθαρος: «Χρειάζεται να μιλήσουν οι εργοδοτικοί φορείς και οι φορείς των εργαζομένων. Να καθίσουν σε κοινό τραπέζι και να δούμε και κάποιες μελέτες πάνω σε αυτό το θέμα»… 
Καταλήγοντας, ο κ. Αλιφιεράκης ξεκαθαρίζει: «Όλα αυτά, βέβαια, αφορούν τον ιδιωτικό τομέα. Όμως, θα πρέπει να δούμε και το Δημόσιο, όπου εκεί οι εργαζόμενοι έχουν αδικηθεί διότι έχουν χάσει από τα χρόνια των μνημονίων και τον 13ο και 14ο μισθό. Άρα, να μπει στις συζητήσεις αυτές και η ΑΔΕΔΥ. Είναι άδικο να εξαιρείται από αυτές τις συζητήσεις». 

Πηγή

Related Articles

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button